Склад στα ελληνικά
Μετάφραση: склад, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνθεση, αποθήκη, ταμείο, αποθήκευση, δραματολόγιο, καλός, απόθεμα, βάζω, αποθηκεύω, έκθεση, είδος, ευγενικός, σύνταγμα, παρακρατώ, μαγαζί, συλλαβή, αποθήκης, αποθήκες, αποθηκών, την αποθήκη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсорбер στα ελληνικά - απορροφητήρας, απορροφητή, απορρόφησης, απορροφητής, απορροφητήρα
- авраам στα ελληνικά - Αβραάμ, Abraham, Ο Abraham, ο Αβραάμ, τον Αβραάμ
- бурчание στα ελληνικά - αποπαίρνω, γκρίνια, γκρίνιας, ενοχλήματα, νοοτροπίες μεμψιμοιρίας, γκρινιάζοντας
- житьё στα ελληνικά - βίος, ισόβιος, ύπαρξη, ζωή, κατοικία, κατοίκηση, κατοίκησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Склад στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνθεση, αποθήκη, ταμείο, αποθήκευση, δραματολόγιο, καλός, απόθεμα, βάζω, αποθηκεύω, έκθεση, είδος, ευγενικός, σύνταγμα, παρακρατώ, μαγαζί, συλλαβή, αποθήκης, αποθήκες, αποθηκών, την αποθήκη
Μεταφράσεις: σύνθεση, αποθήκη, ταμείο, αποθήκευση, δραματολόγιο, καλός, απόθεμα, βάζω, αποθηκεύω, έκθεση, είδος, ευγενικός, σύνταγμα, παρακρατώ, μαγαζί, συλλαβή, αποθήκης, αποθήκες, αποθηκών, την αποθήκη