Скликать στα ελληνικά

Μετάφραση: скликать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τηλεφωνώ, καλώ, συγκαλώ, προσκαλώ, πετώ, συναρμολογώ, συναθροίζω, κλήση, καλέστε, καλέσει, καλούν, καλέσετε
Скликать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безлюдье στα ελληνικά - σπανιότητα, έλλειψη, μοναξιά, μοναξιάς, απομόνωση, τη μοναξιά, η μοναξιά
  • богохульство στα ελληνικά - όρκος, ορκίζομαι, βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
  • грешник στα ελληνικά - αμαρτωλός, αμαρτωλό, αμαρτωλού, αμαρτωλή, αμαρτωλοί
  • дает στα ελληνικά - δίνει, παρέχει, δίδει, εκδίδει, προσφέρει
Τυχαίες λέξεις
Скликать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τηλεφωνώ, καλώ, συγκαλώ, προσκαλώ, πετώ, συναρμολογώ, συναθροίζω, κλήση, καλέστε, καλέσει, καλούν, καλέσετε