Скобка στα ελληνικά
Μετάφραση: скобка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσφίγγω, αγκύλη, συνδετήρας, κυδώνι, σφίγγω, βασικός, σύσπαση, κράμπα, κύριος, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воинственно στα ελληνικά - μαχητικά, μαχητικό, militantly, μαχητική, στρατευμένο
- вчистую στα ελληνικά - οριστικά, εντελώς, τελικά, οριστικές, οριστική, οριστικών, ολοκληρωτική
- вымогательский στα ελληνικά - εκβιαστικός, ληστρική, ληστρικό, εκβιαστικά, extortionate
- гегемония στα ελληνικά - ηγεμονία, ηγεμονίας, την ηγεμονία, ηγεμονία των, η ηγεμονία
Τυχαίες λέξεις
Скобка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσφίγγω, αγκύλη, συνδετήρας, κυδώνι, σφίγγω, βασικός, σύσπαση, κράμπα, κύριος, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Μεταφράσεις: συσφίγγω, αγκύλη, συνδετήρας, κυδώνι, σφίγγω, βασικός, σύσπαση, κράμπα, κύριος, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος