Сладкое στα ελληνικά
Μετάφραση: сладкое, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδόρπιο, γλυκός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ахнуть στα ελληνικά - αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, άσθμα, gasp, λαχανιάζουν, ξεφύσημα
- бетель στα ελληνικά - ινδοκάρυδο, betel, του bétel, του betel, τριφύλλου
- буколический στα ελληνικά - ποιμενικός, βουκολικός, βουκολικό, βουκολική, βουκολικής, βουκολικοί
- дефектный στα ελληνικά - αισχρός, ελαττωματικός, ελλειπτικός, φαύλος, ελαττωματικό, ελαττωματικά, ελαττωματικών, ...
Τυχαίες λέξεις
Сладкое στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδόρπιο, γλυκός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Μεταφράσεις: επιδόρπιο, γλυκός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές