Смертный στα ελληνικά
Μετάφραση: смертный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θνητός, θανάσιμος, θανατηφόρος, μοιραίος, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
Μεταφράσεις
- афера στα ελληνικά - κερδοσκοπία, κομπιναδόρος, απάτη, δόλος, εικασία, απάτης, scam, ...
- бренчание στα ελληνικά - γρατζούνισμα, Γρατζουνώντας, το γρατζούνισμα, παίξιμο, γρατζουνίσματος
- велорикша στα ελληνικά - trishaw
- гарольд στα ελληνικά - Χάρολντ, Ο Χάρολντ, Harold, Ο Harold, του Harold
Τυχαίες λέξεις
Смертный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θνητός, θανάσιμος, θανατηφόρος, μοιραίος, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
Μεταφράσεις: θνητός, θανάσιμος, θανατηφόρος, μοιραίος, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό