Смотреть στα ελληνικά

Μετάφραση: смотреть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγνωρίζω, παρακολουθώ, άποψη, επιβλέπω, φρουρά, ιδού, κοιτάζω, παραβλέπω, βλέπω, βλέμμα, εμφάνιση, ρολόι, φαίνομαι, εποπτεύω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
Смотреть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • выправить στα ελληνικά - διορθώνω, επανορθώνω, αποκαθιστώ, δεξιός, δικαίωμα, επισκευάζω, σωστός, ...
  • гаситель στα ελληνικά - σβήνων, αποσβέστης, αποσβεστή, αποσβέστη, αποσβεστήρα
  • грузный στα ελληνικά - παχύσαρκος, τεράστιος, τροφαντός, δύσκολος, επίπονος, εύσαρκος, ογκώδης, ...
  • допытываться στα ελληνικά - επιφέρω, βγάζω, αποσπώ, εκμαιεύσει, προκαλούν, προκαλέσει, αποσπάσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Смотреть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγνωρίζω, παρακολουθώ, άποψη, επιβλέπω, φρουρά, ιδού, κοιτάζω, παραβλέπω, βλέπω, βλέμμα, εμφάνιση, ρολόι, φαίνομαι, εποπτεύω, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε