Собрат στα ελληνικά
Μετάφραση: собрат, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άντρας, τύπος, αδελφός, συνάδελφος, αδερφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астма στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
- афгани στα ελληνικά - Αφγανός, αφγάνι, Αφγανούς, Αφγανών, Αφγανοί
- дополуденный στα ελληνικά - antemeridian
- жиличка στα ελληνικά - νοικάρης, ένοικος, κολίγας, ένοικο, ενοικιαστής, ενοικιαστή, Eνοικιαστή δωματίου
Τυχαίες λέξεις
Собрат στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άντρας, τύπος, αδελφός, συνάδελφος, αδερφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός
Μεταφράσεις: άντρας, τύπος, αδελφός, συνάδελφος, αδερφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός