Совместить στα ελληνικά
Μετάφραση: совместить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδέω, απόδειξη, πειστήριο, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- более στα ελληνικά - περισσότερο, πιο, περισσότερα, περισσότερες, περισσότερους
- буксовать στα ελληνικά - γλίστρημα, παραδρομή, γλιστρώ, ντεραπάρω, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ...
- долбление στα ελληνικά - εγκοπή, slotting, εντομής, μηχανές εντομής, εγκοπών
- дот στα ελληνικά - κουκκίδα, τελεία, dot, κουκίδα, κουκίδων
Τυχαίες λέξεις
Совместить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδέω, απόδειξη, πειστήριο, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει
Μεταφράσεις: συνδέω, απόδειξη, πειστήριο, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει