Созвать στα ελληνικά

Μετάφραση: созвать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναθροίζω, κλήση, καλώ, συναρμολογώ, προσκαλώ, τηλεφωνώ, συγκαλώ, συγκαλεί, συγκαλέσει, σύγκληση, συγκαλέσουν, να συγκαλέσει
Созвать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благообразный στα ελληνικά - ελκυστικός, ευπαρουσίαστος, όμορφος, όμορφο, ωραίος, όμορφου
  • вислоухий στα ελληνικά - με κρεμάμενα ωτά
  • временами στα ελληνικά - πότε-, περιοδικά, κατά καιρούς, μερικές φορές, κατά περιόδους, φορές, ενίοτε
  • входить στα ελληνικά - έρχομαι, διαπερνώ, εισέρχομαι, μπαίνω, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, ...
Τυχαίες λέξεις
Созвать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναθροίζω, κλήση, καλώ, συναρμολογώ, προσκαλώ, τηλεφωνώ, συγκαλώ, συγκαλεί, συγκαλέσει, σύγκληση, συγκαλέσουν, να συγκαλέσει