Сопряжение στα ελληνικά
Μετάφραση: сопряжение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδέω, κρίκος, σύνδεσμος, σπείρα, συνδυασμός, επικοινωνία, συμμορία, σύζευξη, σύζευξης, συζεύξεως, η σύζευξη, τη σύζευξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесстыжий στα ελληνικά - ιταμός, ασύστολος, θρασύς, αναιδής, αδιάντροπος, ξετσίπωτος, αναίσχυντος, ...
- воротиться στα ελληνικά - στροφή, επιστρέφω, αντιστρέφω, γυρίζω, σειρά, επιστροφή, στρίβω, ...
- геогнозия στα ελληνικά - geognosy
- дисковод στα ελληνικά - οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Τυχαίες λέξεις
Сопряжение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδέω, κρίκος, σύνδεσμος, σπείρα, συνδυασμός, επικοινωνία, συμμορία, σύζευξη, σύζευξης, συζεύξεως, η σύζευξη, τη σύζευξη
Μεταφράσεις: συνδέω, κρίκος, σύνδεσμος, σπείρα, συνδυασμός, επικοινωνία, συμμορία, σύζευξη, σύζευξης, συζεύξεως, η σύζευξη, τη σύζευξη