Соразмерять στα ελληνικά
Μετάφραση: соразмерять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάλογος, πλατεία, μετρώ, εναρμονίζω, κανονίζω, τετράγωνο, μέτρο, αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балка στα ελληνικά - λαγκάδι, ξυλεία, δοκός, λαγκάδα, φαράγγι, αχτίδα, ρεματιά, ...
- болячка στα ελληνικά - αλγεινός, πληγή, πόνο, επώδυνο, πόνο στο, ευαίσθητο
- детерминистический στα ελληνικά - ντετερμινιστική, ντετερμινιστικά, ντετερμινιστικό, αιτιοκρατική, αιτιοκρατικό
- завернуть στα ελληνικά - τυλίγω, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
Τυχαίες λέξεις
Соразмерять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάλογος, πλατεία, μετρώ, εναρμονίζω, κανονίζω, τετράγωνο, μέτρο, αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού
Μεταφράσεις: ανάλογος, πλατεία, μετρώ, εναρμονίζω, κανονίζω, τετράγωνο, μέτρο, αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού