Сортировка στα ελληνικά
Μετάφραση: сортировка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθμολόγηση, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абразивный στα ελληνικά - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
- акушерский στα ελληνικά - μαιευτικός, μαιευτικοί, μαιευτική, μαιευτικές, μαιευτικών
- архаический στα ελληνικά - αρχαίος, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
- девственница στα ελληνικά - παρθένος, παρθένα, παρθένο, παρθένου, παρθένων, παρθένες
Τυχαίες λέξεις
Сортировка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθμολόγηση, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης
Μεταφράσεις: βαθμολόγηση, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης