Спасительный στα ελληνικά
Μετάφραση: спасительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονομία, αποταμίευση, σωτηρία, εξοικονόμηση, εξοικονόμησης, αποθήκευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ассонанс στα ελληνικά - παρήχηση, συνήχηση, ομοιοφωνία, είναι ομόηχη, ομόηχη
- бюрократия στα ελληνικά - γραφειοκρατία, γραφειοκρατίας, της γραφειοκρατίας, τη γραφειοκρατία, η γραφειοκρατία
- девственный στα ελληνικά - παρθένα, αγνός, παρθένος, απέριττος, παρθένο, παρθένου, παρθένων, ...
- дирекция στα ελληνικά - διοίκηση, κατεύθυνση, διοικητικό συμβούλιο, Διοικητικού Συμβουλίου, Διοικητικό Συμβούλιο της, Δ.Σ., Διοικητικού Συμβουλίου της
Τυχαίες λέξεις
Спасительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονομία, αποταμίευση, σωτηρία, εξοικονόμηση, εξοικονόμησης, αποθήκευση
Μεταφράσεις: οικονομία, αποταμίευση, σωτηρία, εξοικονόμηση, εξοικονόμησης, αποθήκευση