Спохватываться στα ελληνικά

Μετάφραση: спохватываться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυμάμαι, υλοποιούμαι, ανακλήσεις, ανακλήσεων, υπενθυμίζει, αποσύρσεις, ανάκλησης
Спохватываться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алидада-высотомер στα ελληνικά - ετικέτα, alidade
  • вашингтон στα ελληνικά - Ουάσινγκτον, Ουάσιγκτον, Washington, της Ουάσιγκτον, την Ουάσιγκτον
  • двоедушный στα ελληνικά - δίγνωμους
  • еретический στα ελληνικά - αιρετικός, αιρετική, αιρετικές, αιρετικό, αιρετικών
Τυχαίες λέξεις
Спохватываться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυμάμαι, υλοποιούμαι, ανακλήσεις, ανακλήσεων, υπενθυμίζει, αποσύρσεις, ανάκλησης