Стихать στα ελληνικά
Μετάφραση: стихать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, υποχωρώ, μειώνομαι, σταγόνα, ρανίδα, υποχωρούν, υποχωρήσουν, υποχωρήσει, υποχωρεί, να υποχωρήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- важничанье στα ελληνικά - snootiness
- взморье στα ελληνικά - γιαλός, ακτή, παραλία, θάλασσα, ακτής, ακρογιαλιά
- выскользнуть στα ελληνικά - γλίστρημα, παραδρομή, γλιστρώ, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
- живопись στα ελληνικά - εικόνα, ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή
Τυχαίες λέξεις
Стихать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, υποχωρώ, μειώνομαι, σταγόνα, ρανίδα, υποχωρούν, υποχωρήσουν, υποχωρήσει, υποχωρεί, να υποχωρήσουν
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, υποχωρώ, μειώνομαι, σταγόνα, ρανίδα, υποχωρούν, υποχωρήσουν, υποχωρήσει, υποχωρεί, να υποχωρήσουν