Суммирующий στα ελληνικά

Μετάφραση: суммирующий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπουδαίος, μεγάλος, λαμπρός, άθροισης, αθροιστική, άθροιση, αθροιστικό, αθροίσεως
Суммирующий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алмаз στα ελληνικά - διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
  • барахлить στα ελληνικά - ροζ, ενεργήσει επάνω, ενεργήσουμε, να ενεργήσουμε
  • бон στα ελληνικά - αποκλείω, έξαρση, απαγορεύω, αποκλεισμός, απαγόρευση, άνθηση, έκρηξη, ...
  • гессенский στα ελληνικά - καναβάτσο, λινάτσα, Έσσης, της Έσσης, Hessian
Τυχαίες λέξεις
Суммирующий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπουδαίος, μεγάλος, λαμπρός, άθροισης, αθροιστική, άθροιση, αθροιστικό, αθροίσεως