Суточный στα ελληνικά
Μετάφραση: суточный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антиген στα ελληνικά - αντιγόνο, αντιγόνου, αντιγόνων, το αντιγόνο, του αντιγόνου
- въедчивый στα ελληνικά - vedchivy
- выбиваться στα ελληνικά - σπάζω, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, ...
- вычерпывать στα ελληνικά - εξάτμιση, σέσουλα, εγγύηση, διάσωσης, διάσωση, bail, αποφυλάκιση με εγγύηση
Τυχαίες λέξεις
Суточный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες