Схватывание στα ελληνικά

Μετάφραση: схватывание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιβάλλον, πιάνω, αξίωση, κράτημα, λαβή, σφίγγω, συλλαμβάνω, σύνθεση, ρύθμιση, καθορισμό, ρύθμισης
Схватывание στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • балдахин στα ελληνικά - σκιάδα, θόλος, κουβούκλιο, θόλο, κομοστέγης, τέντα
  • блуза στα ελληνικά - φανέλα, μπλούζα, πουκάμισο, μπλούζες, την μπλούζα, μπλούζα για, μπλούζας
  • весовой στα ελληνικά - βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
  • дважды στα ελληνικά - δυο φορές, δύο φορές, δύο φορές την, διπλάσιο, δις
Τυχαίες λέξεις
Схватывание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιβάλλον, πιάνω, αξίωση, κράτημα, λαβή, σφίγγω, συλλαμβάνω, σύνθεση, ρύθμιση, καθορισμό, ρύθμισης