Тариф στα ελληνικά
Μετάφραση: тариф, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δασμοί, καθήκον, δασμολόγιο, τιμολόγιο, αναλογία, φαγητό, τιμή, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брикет στα ελληνικά - μπαρ, φράζω, κέικ, κάγκελο, εμποδίζω, ανθρακόπλινθος, μπρικέττα, ...
- выгнать στα ελληνικά - κλοτσώ, απελάσει, αποβάλει, απελαύνουν, αποβάλλει, απομακρύνει
- домысел στα ελληνικά - εφεύρεση, κερδοσκοπία, κερδοσκοπίας, η κερδοσκοπία, την κερδοσκοπία, εικασίες
- достопамятный στα ελληνικά - αξέχαστος, αξιομνημόνευτος, αλησμόνητος, αξέχαστες, αξέχαστη, αξέχαστο, αξιοσημείωτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Тариф στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δασμοί, καθήκον, δασμολόγιο, τιμολόγιο, αναλογία, φαγητό, τιμή, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές
Μεταφράσεις: δασμοί, καθήκον, δασμολόγιο, τιμολόγιο, αναλογία, φαγητό, τιμή, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές