Телесный στα ελληνικά
Μετάφραση: телесный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικά, φυσικός, σωματικός, δεκανέας, συμπαγής, στερεός, στέρεο, στερεό, στερεά
Μεταφράσεις
- астронавтика στα ελληνικά - αστροναυτική, Αστροναυτικής, την αστροναυτική, Astronautics, ΑστρονΑυτικής της
- ближе στα ελληνικά - πιο κοντά, στενότερη, κοντά, στενότερης, πιο
- бронзовый στα ελληνικά - ασύστολος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
- вручение στα ελληνικά - παραλαβή, παράδοση, δέσμευση, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
Τυχαίες λέξεις
Телесный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικά, φυσικός, σωματικός, δεκανέας, συμπαγής, στερεός, στέρεο, στερεό, στερεά
Μεταφράσεις: σωματικά, φυσικός, σωματικός, δεκανέας, συμπαγής, στερεός, στέρεο, στερεό, στερεά