Σωματικά στα ρωσικά

Μετάφραση: σωματικά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
физический, полностью, телесный, всецело, вполне, целиком, отлично, лично, телесное, телесные, телесных
Σωματικά στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικά

σωματικά υγρά, σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα των μουσικών, σωματικά κύτταρα στο γάλα, σωματικά συμπτώματα άγχους, σωματικά συμπτώματα, σωματικά λεξικό γλώσσας ρωσικά, σωματικά στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • σωματείο στα ρωσικά - организация, союз, общество, гильдия, цех, объединение, профсоюз, ...
  • σωματειακός στα ρωσικά - ниппель, союз, объединение, единение, сочетание, федерация, согласие, ...
  • σωματικός στα ρωσικά - материальный, физический, насильственный, телесный, предметный, физическая, физической, ...
  • σωματοφύλακας στα ρωσικά - телохранитель, блюститель, дружинник, эскорт, дружина, охранник, телохранителем, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωματικά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: физический, полностью, телесный, всецело, вполне, целиком, отлично, лично, телесное, телесные, телесных