Титул στα ελληνικά
Μετάφραση: титул, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοπρέπεια, ύφος, στύλος, τίτλος, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι
Μεταφράσεις
- ас στα ελληνικά - μάγος, άσσος, ACE, ΜΕΑ, άσσο, άσος
- бродяжничать στα ελληνικά - αλήτης, σουλατσάρω, αγύρτης, μόρτης, ελεύθερα φορτηγά πλοία, με ελεύθερα φορτηγά πλοία, ελεύθερα φορτηγά, ...
- дальность στα ελληνικά - διακυμαίνομαι, απόσταση, εμβέλεια, φάσμα, σειρά, εύρος, γκάμα
- драматургия στα ελληνικά - θεωρία, δραματουργία, δραματουργίας, δραματουργική, δραματολογίου
Τυχαίες λέξεις
Титул στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοπρέπεια, ύφος, στύλος, τίτλος, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι
Μεταφράσεις: αξιοπρέπεια, ύφος, στύλος, τίτλος, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι