Толерантный στα ελληνικά

Μετάφραση: толерантный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μακρόθυμος, επιεικής, ανεκτικός, ανεκτική, ανοχή, ανεκτικό, ανεκτικοί
Толерантный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альфа στα ελληνικά - άλφα, α, αλφα, alpha
  • беседа στα ελληνικά - συνέντευξη, συνομιλία, ομιλία, μιλώ, κουβεντιάζω, κουβέντα, συνομιλώ, ...
  • бесшабашный στα ελληνικά - απεγνωσμένος, ατάσθαλος, παράτολμος, απρόσεκτος, απερίσκεπτος, απελπισμένος, ριψοκίνδυνος, ...
  • грузовместимость στα ελληνικά - χωρητικότητα, χωρητικότητας, ποσότητα, τονάζ, κατά τονάζ
Τυχαίες λέξεις
Толерантный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μακρόθυμος, επιεικής, ανεκτικός, ανεκτική, ανοχή, ανεκτικό, ανεκτικοί