Тотальный στα ελληνικά
Μετάφραση: тотальный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ολικός, σύνολο, συνολικός, συνολικό, συνολική, συνολικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баррикада στα ελληνικά - κάνω, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, φτιάχνω, οδόφραγμα, φράσσω, οδοφράγματος, ...
- бредень στα ελληνικά - σέρνω, dragnet, διαβόητο, μάλλον διαβόητο
- дотягивать στα ελληνικά - επισύρω, σέρνω, ζωγραφίζω, τραβώ, έλκω, κρατήστε, κρατήσει, ...
- елена στα ελληνικά - Έλενα, Helena, Ελένη, ελένης, Ελένα
Τυχαίες λέξεις
Тотальный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ολικός, σύνολο, συνολικός, συνολικό, συνολική, συνολικού
Μεταφράσεις: ολικός, σύνολο, συνολικός, συνολικό, συνολική, συνολικού