Трава στα ελληνικά
Μετάφραση: трава, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταδότης, βότανο, πόα, χόρτο, ομίχλη, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου
Μεταφράσεις
- безнадзорный στα ελληνικά - παραμεληθεί, παραμελημένες, παραμελημένη, παραμελημένο, παραμελούνται
- безопасность στα ελληνικά - αντίκρισμα, ασφάλεια, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, ασφάλισης
- будничный στα ελληνικά - καθημερινός, καθημερινό, workaday, συνήθης, πρακτικός
- вокалист στα ελληνικά - μουσικός, τραγουδιστής, αοιδός, τραγουδιστή, τραγουδίστρια, φωνητικά
Τυχαίες λέξεις
Трава στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταδότης, βότανο, πόα, χόρτο, ομίχλη, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου
Μεταφράσεις: καταδότης, βότανο, πόα, χόρτο, ομίχλη, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου