Трение στα ελληνικά
Μετάφραση: трение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμυχή, προστριβή, φθορά, προσκόλληση, απόξεση, τρίβω, τριβή, τριβής, την τριβή, τριβές, της τριβής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агрессивный στα ελληνικά - άγριος, εριστικός, φιλοπόλεμος, επιθετικός, κτηνώδης, επιθετική, επιθετικό, ...
- вбрасывать στα ελληνικά - ρίχνω, βολή, πετώ, ρίξιμο, επιτελείο, πέταγμα, ρίξει, ...
- губернатор στα ελληνικά - κυβερνήτης, κυβερνήτη, Διοικητή, διοικητής, Governor
- забыть στα ελληνικά - ξεχνώ, ξεπεράσω, το ξεπεράσω, να πάρει πάνω, πάρει πάνω, να πάρει πάνω από
Τυχαίες λέξεις
Трение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμυχή, προστριβή, φθορά, προσκόλληση, απόξεση, τρίβω, τριβή, τριβής, την τριβή, τριβές, της τριβής
Μεταφράσεις: αμυχή, προστριβή, φθορά, προσκόλληση, απόξεση, τρίβω, τριβή, τριβής, την τριβή, τριβές, της τριβής