Тривиальный στα ελληνικά
Μετάφραση: тривиальный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινότυπος, τετριμμένος, κοινός, ασήμαντος, ασήμαντο, ασήμαντα, τετριμμένο, τετριμμένη
Μεταφράσεις
- ассириец στα ελληνικά - ασσυριακός, Ασσυρίων, Ασσυριακά, ασσυριακή, ασσυριακής
- бляшка στα ελληνικά - πλάκα, πλάκας, πινακίδα, πλακών, πλακός
- детоубийца στα ελληνικά - σκότωσαν τα παιδιά τους, σκότωσαν τα παιδιά
- египтянка στα ελληνικά - Αιγύπτιος, αιγυπτιακή, αιγυπτιακό, αιγυπτιακές, αιγυπτιακής
Τυχαίες λέξεις
Тривиальный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινότυπος, τετριμμένος, κοινός, ασήμαντος, ασήμαντο, ασήμαντα, τετριμμένο, τετριμμένη
Μεταφράσεις: κοινότυπος, τετριμμένος, κοινός, ασήμαντος, ασήμαντο, ασήμαντα, τετριμμένο, τετριμμένη