Трос στα ελληνικά
Μετάφραση: трос, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυτίδα, σκοινί, καλώδιο, παρατάσσω, γραμμή, επενδύω, καλωδίου, καλωδιακή, καλωδίων, καλωδιακής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беготня στα ελληνικά - τρέξιμο, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
- бухаться στα ελληνικά - πτώση, πέφτω, εκπίπτω, πέφτουνε βαριά, πέφτουν βαριά το ένα
- веселье στα ελληνικά - τραντάζω, κέφι, διασκέδαση, τρέλες, πλάκα, χαρά, κουδουνίζω, ...
- жалость στα ελληνικά - κρίμα, μετανιώνω, οίκτος, συμπάθεια, τύψη, συμπόνια, απήγανος, ...
Τυχαίες λέξεις
Трос στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυτίδα, σκοινί, καλώδιο, παρατάσσω, γραμμή, επενδύω, καλωδίου, καλωδιακή, καλωδίων, καλωδιακής
Μεταφράσεις: ρυτίδα, σκοινί, καλώδιο, παρατάσσω, γραμμή, επενδύω, καλωδίου, καλωδιακή, καλωδίων, καλωδιακής