Λέξη: καπρίτσιο

Σχετικές λέξεις: καπρίτσιο

ένα καπρίτσιο, καπρίτσιο μουσική, καπρίτσιο ορισμός, καπρίτσιο λεξικό, καπρίτσιο συνώνυμα

Συνώνυμα: καπρίτσιο

φαντασία, ιδιοτροπία, παραξενιά

Μεταφράσεις: καπρίτσιο

καπρίτσιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
whim, caprice, whimsy, fancy, a whim

καπρίτσιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
manía, capricho, Caprice, caprichos, el capricho, del capricho

καπρίτσιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
laune, kaprize, Laune, Willkür, caprice, Launen, Kaprice

καπρίτσιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lubie, boutade, toquade, fantaisie, turlutaine, velléité, caprice, caprices, le caprice, arbitraire

καπρίτσιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
capriccio, Caprice, capricci, arbitrio, il capriccio

καπρίτσιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fantasia, impertinência, capricho, caprichoso, Caprice, caprichos, do capricho, arbítrio

καπρίτσιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gril, bevlieging, speling, nuk, kuur, bui, Caprice, willekeur, grilligheid

καπρίτσιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
заскок, бзик, блажь, каприз, прихоть, причуда, Caprice, капризом, каприза

καπρίτσιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lune, innfall, caprice, luner, vilkårlighet

καπρίτσιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
infall, nyck, Caprice, nyckfullhet, nycker

καπρίτσιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oikku, älynväläys, mielijohde, aivoitus, mielihalu, Caprice, oikkuilua

καπρίτσιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
caprice, luner, lune, lunefuldhed, grille

καπρίτσιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozmar, choutka, vrtoch, Caprice

καπρίτσιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chętka, zachcianka, wybryk, fanaberia, grymas, kaprys, Caprice, kaprysem, kaprysu

καπρίτσιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szeszély, Caprice, A Caprice, szeszélyét

καπρίτσιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kapris, caprice, kaprisi, kaprisleri, geçici heves

καπρίτσιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доки, поки, каприз, примха, який каприз, яка примха

καπρίτσιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kapriçio, Caprice, kapric, teka, tekë

καπρίτσιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
каприз, Caprice, прищявка, прищевки, капризи

καπρίτσιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
капрыз, капрызуноў

καπρίτσιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuigi, kuna, kapriis, Caprice, kapriisi, kapriisid, kapritšo

καπρίτσιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ćud, ćef, hir, Caprice, kapric, hir od

καπρίτσιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Caprice

καπρίτσιο στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
libido

καπρίτσιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užgaida, kaprizas, geidalas

καπρίτσιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
untums, kaprīze, Caprice, iegriba, nepastāvība

καπρίτσιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Каприз, ќеф, каприцот, каприциозност, каприц

καπρίτσιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
capriciu, Caprice, moft, capriciul, capriciului

καπρίτσιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Caprice, muha, Kapric, Kaprica, kaprice

καπρίτσιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozmar, vrtoch
Τυχαίες λέξεις