Трудный στα ελληνικά
Μετάφραση: трудный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσχρηστος, πολύπλοκος, οξυδερκής, σέρτικος, κοπιαστικός, δύσκολος, αυστηρός, σοβαρός, περίπλοκος, βαρύς, σκληρός, δριμύς, επίπονος, ενδιαφερόμενος, πολύμοχθος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бардак στα ελληνικά - ακαταστασία, χάος, πορνείο, οίκο ανοχής, ανοχής, οίκων ανοχής, οίκος ανοχής
- вздернутый στα ελληνικά - διακόπτω, επιπλήτω, επίπληξη, αποπαίρνω, περιφρονώ
- видение στα ελληνικά - όραμα, οπτασία, όραση, φάντασμα, όρασης, οράματος, όραμά
- журнал στα ελληνικά - περιοδικό, καταχωρώ, εγγράφομαι, περιοδικού, το περιοδικό, περιοδικών, γεμιστήρα
Τυχαίες λέξεις
Трудный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσχρηστος, πολύπλοκος, οξυδερκής, σέρτικος, κοπιαστικός, δύσκολος, αυστηρός, σοβαρός, περίπλοκος, βαρύς, σκληρός, δριμύς, επίπονος, ενδιαφερόμενος, πολύμοχθος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Μεταφράσεις: δύσχρηστος, πολύπλοκος, οξυδερκής, σέρτικος, κοπιαστικός, δύσκολος, αυστηρός, σοβαρός, περίπλοκος, βαρύς, σκληρός, δριμύς, επίπονος, ενδιαφερόμενος, πολύμοχθος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες