Удовлетворительный στα ελληνικά

Μετάφραση: удовлетворительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβατός, ανεκτός, υποφερτός, μέτριος, ικανοποιητικός, ικανοποιητική, ικανοποιητικό, ικανοποιητικά, ικανοποιητικές
Удовлетворительный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • верфь στα ελληνικά - ναυπηγείο, ναυπηγείου, ναυπηγεία, ναυπηγείων, των ναυπηγείων
  • галдеть στα ελληνικά - ρακέτα, σαματάς, πάταγος, κραυγή, βοή, οχλοβοή, κατακραυγή, ...
  • диетный στα ελληνικά - θρεπτικός, θρεπτική, διατροφική, διατροφικές, θρεπτικές, διατροφικής
  • дряхлеть στα ελληνικά - γίνομαι, αρμόζω, μεγαλώνουν, αυξάνεται, αυξάνονται, αναπτύσσονται, αυξηθεί
Τυχαίες λέξεις
Удовлетворительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβατός, ανεκτός, υποφερτός, μέτριος, ικανοποιητικός, ικανοποιητική, ικανοποιητικό, ικανοποιητικά, ικανοποιητικές