Уезжающий στα ελληνικά

Μετάφραση: уезжающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδηλωτικός, κοινωνικός, εξωστρεφής, uezzhayuschy
Уезжающий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспроволочный στα ελληνικά - ασύρματο, ασύρματος, ασύρματη, ασύρματου, ασύρματης
  • болтливость στα ελληνικά - φλυαρία
  • гот στα ελληνικά - Γότθος, goth, Γοτθικό, Γότθου, γοτθικές
  • доля στα ελληνικά - μοιράζω, φλιτζάνι, ευχαριστημένος, τιμή, κλήρος, σκάγια, χωρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Уезжающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδηλωτικός, κοινωνικός, εξωστρεφής, uezzhayuschy