Уйма στα ελληνικά

Μετάφραση: уйма, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσάντα, ραμφίζω, πλήθος, στοιβάδα, πολλά, πολλή, πολλές, πολλοί, πολύ
Уйма στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амулет στα ελληνικά - μαγεύω, φυλαχτό, γοητεύω, θέλγω, ιατρική, φάρμακο, φυλακτό, ...
  • белила στα ελληνικά - λευκό, λευκή, άσπρο, λευκά, λευκού
  • боа στα ελληνικά - βοάς, γούνα του λαιμού, Boa, Μπόα, Μποα
  • бодрящий στα ελληνικά - τονωτικός, στηρίζων, προετοιμάζονται, αντιστήριξη, κηδεμόνα, διαγώνιες
Τυχαίες λέξεις
Уйма στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσάντα, ραμφίζω, πλήθος, στοιβάδα, πολλά, πολλή, πολλές, πολλοί, πολύ