Λέξη: διακρίσεις
Σχετικές λέξεις: διακρίσεις
διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις λόγω φύλου στην εργασία, διακρίσεισ στο χώρο εργασίασ, διακρίσεις λόγω ηλικίας, διακρίσεις στην εργασία, διακρίσεις δικαίου, διακρίσεις λόγω φύλου στην επιλογή ανθρώπινου δυναμικού
Μεταφράσεις: διακρίσεις
διακρίσεις στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
discrimination, distinctions, discriminatory, discriminate, subheadings
διακρίσεις στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
discriminación, la discriminación, de discriminación, discriminación de, discriminaciones
διακρίσεις στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
diskriminierung, unterscheidung, Unterscheidung, Benachteiligung, Diskriminierung, Diskriminierungen
διακρίσεις στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
discrimination, discernement, la discrimination, discriminations, de discrimination, une discrimination
διακρίσεις στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
discriminazione, discriminazioni, la discriminazione, una discriminazione, le discriminazioni
διακρίσεις στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
discriminação, discreto, a discriminação, discriminações, de discriminação, uma discriminação
διακρίσεις στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
discriminatie, van discriminatie, discriminatie op, onderscheid, discriminatiebeginsel
διακρίσεις στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проницательность, дискриминация, разборчивость, дискриминации, дискриминацией, дискриминацию, дискриминация в
διακρίσεις στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
diskriminering, forskjellsbehandling, diskriminerings, diskrimineringen
διακρίσεις στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
diskriminering, diskriminerings, diskriminering på, diskrimineringen, av diskriminering
διακρίσεις στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
erottelu, eronteko, syrjintä, syrjinnän, syrjintää, syrjintään, syrjinnästä
διακρίσεις στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
diskrimination, forskelsbehandling, diskriminering, af forskelsbehandling
διακρίσεις στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
diskriminace, rozlišování, diskriminaci, diskriminací, k diskriminaci, diskriminace na
διακρίσεις στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dyskryminacja, odróżnianie, przenikliwość, rozróżnianie, rozeznanie, wybór, smak, dyskryminacji, dyskryminację, dyskryminacją, dyskryminacja ze
διακρίσεις στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megkülönböztetés, okosság, belátás, különbségtétel, judícium, hátrányos megkülönböztetés, diszkrimináció, megkülönböztetést, hátrányos megkülönböztetést
διακρίσεις στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayırt etme, ayrımcılık, ayrımcılığı, ayrımcılığın, ayrım
διακρίσεις στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дискримінація, дискримінаційний, проникливість, дискримінацію, дискримінації
διακρίσεις στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
diskriminim, diskriminimi, diskriminimit, diskriminimin, diskriminimi i
διακρίσεις στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дискриминация, дискриминацията, на дискриминация, с дискриминацията
διακρίσεις στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыскрымінацыя, дыскрымінацыі
διακρίσεις στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eristamine, diskriminatsioon, diskrimineerimine, diskrimineerimise, diskrimineerimist, diskrimineerimisega, diskrimineerimise vastu
διακρίσεις στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lučenje, razlikovanje, diskriminaciju, diskriminacija, diskriminacije, diskriminaciji, diskriminacijom
διακρίσεις στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mismunun, jafnræði, við mismunun, um jafnræði, konar mismunun
διακρίσεις στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
diskriminacija, diskriminacijos, diskriminaciją, nediskriminavimo, su diskriminacija
διακρίσεις στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
diskriminācija, diskrimināciju, diskriminācijas
διακρίσεις στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дискриминација, дискриминацијата, на дискриминација, на дискриминацијата
διακρίσεις στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
discriminare, discriminării, discriminarea, discriminări, o discriminare
διακρίσεις στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
diskriminacija, diskriminacije, diskriminaciji, diskriminacijo
διακρίσεις στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
diskriminácia, diskriminácie, diskriminácii, diskrimináciu
Στατιστικά δημοτικότητας: διακρίσεις
Τυχαίες λέξεις