Улепетнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: улепетнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφηνιάζω, ulepetnut
Улепетнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аэросъемка στα ελληνικά - κεραία, εναέρια, κεραίας, αεροφωτογραφιών, εναέριες
  • виньетка στα ελληνικά - βινιέτα, σήμα τέλους, ευρωπαϊκό σήμα τέλους, σύντομο χρονογράφημα, vignette
  • воздушно στα ελληνικά - φαιδρώς, αέρινο
  • градиент στα ελληνικά - κλίση, βαθμίδα, βαθμίδωση, διαβάθμιση, κλίσης
Τυχαίες λέξεις
Улепетнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφηνιάζω, ulepetnut