Умалчивать στα ελληνικά
Μετάφραση: умалчивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορώ, εξορκίζω, κρύβω, θερμοπαρακαλώ, πέρασμα, παρακρατώ, αγνοώ, στενά, παραβλέπω, εκλιπαρώ, περνώ, σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бешеный στα ελληνικά - φρενιτιώδης, τρελούτσικος, λωλός, μαινόμενος, λυσσαλέος, κουζουλός, άγριος, ...
- возврат στα ελληνικά - ανάρρωση, επάνοδος, αποζημίωση, επιστροφή, αποπληρωμή, επανεμφάνιση, επιστρέφω, ...
- вытеснить στα ελληνικά - αντικαθιστώ, εκτοπίζουν, εκτοπίσει, μετατοπίσει, εκτοπίζει, εκτοπίσουν
- даль στα ελληνικά - απόσταση, απόσταση για, απόσταση με, απόστασης, εξ αποστάσεως
Τυχαίες λέξεις
Умалчивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορώ, εξορκίζω, κρύβω, θερμοπαρακαλώ, πέρασμα, παρακρατώ, αγνοώ, στενά, παραβλέπω, εκλιπαρώ, περνώ, σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί
Μεταφράσεις: κυκλοφορώ, εξορκίζω, κρύβω, θερμοπαρακαλώ, πέρασμα, παρακρατώ, αγνοώ, στενά, παραβλέπω, εκλιπαρώ, περνώ, σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί