Λέξη: μέντα

Σχετικές λέξεις: μέντα

μέντα ιδιοτητες, μέντα café, μέντα δυόσμος, μέντα αφέψημα, μέντα ρόφημα, μέντα 88, μέντα καλλιέργεια, μέντα κηφισιά, μέντα σε γλάστρα, μέντα φυτό

Συνώνυμα: μέντα

νομισματοκοπείο, δυόσμος, ηδύοσμος

Μεταφράσεις: μέντα

μέντα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mint, peppermint, menthol, with mint

μέντα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
menta, la menta, de menta, nuevo, hierbabuena

μέντα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
minze, prägen, münzen, menge, münzanstalt, ausprägen, Minze, mint, postfrisch, Münze

μέντα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
surabondance, menthe, frapper, Monnaie, la menthe, Mint, neuf

μέντα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
menta, di menta, zecca, alla menta, la menta

μέντα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ministério, hortelã, menta, mint, de hortelã, da hortelã

μέντα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kruizemunt, munt, overvloed, pepermunt, mint, nieuwstaat, ongebruikt, de munt

μέντα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отчеканить, мята, выкрасить, происхождение, создавать, новый, новехонький, источник, множество, покрасить, красить, вычеканить, чеканить, мяты, Mint, Монетный двор, мятой

μέντα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mynte, mint, peppermynte

μέντα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mint, mynta, felfritt, myntverket

μέντα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
minttu, paljon, Mint, minttua, mintun, rahapajan

μέντα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mynte, mint, hel, mintgrøn, præge

μέντα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
máta, mincovna, máty, mátou, mincovny

μέντα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
macierzanka, mięta, bić, miętowy, mennica, mennicy, mięty

μέντα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
érme, menta, pénzverde, a menta, mentával, mentás

μέντα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
darphane, nane, mint, naneli

μέντα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поезія, менестрелі, м'ята, мята, пом'ята

μέντα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nenexhik, mint, nenexhik të, pres, sasi e madhe

μέντα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мента, джоджен, ментов, монетния двор, ментата

μέντα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мята

μέντα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
münt, piparmünt, mint, rahapaja, piparmündi

μέντα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izmisliti, porijeklo, kovnica, menta, metvica, kovnica novca, kovati

μέντα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
myntu, Mint, mynta, myntsláttan

μέντα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mėta, monetų kalykla, mėtų, mėtos, Mint

μέντα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piparmētra, piparmētru, mint, naudas kaltuves, monētu kaltuves

μέντα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нане, ментол, мента, од нане

μέντα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mentă, menta, de menta, de mentă, monetăriei

μέντα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
máta, mint, mete, meta, metinega, metin

μέντα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
máta, mäta, Mint

Στατιστικά δημοτικότητας: μέντα

Τυχαίες λέξεις