Εκλιπαρώ στα ρωσικά

Μετάφραση: εκλιπαρώ, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
умалчивать, молить, умолять, упрашивать, заклинать, умолить, упросить, жаждать, жаждут, жаждете, жаждет, жажду
Εκλιπαρώ στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλιπαρώ

εκλιπαρώ λεξικό, εκλιπαρώ στα αγγλικα, εκλιπαρώ συνωνυμο, εκλιπαρώ συνώνυμα, εκλιπαρώ βικιλεξικο, εκλιπαρώ λεξικό γλώσσας ρωσικά, εκλιπαρώ στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • εκλεκτός στα ρωσικά - альтернатива, выбор, подбор, отбор, выбранный, выбран, выбрали, ...
  • εκλεπτυσμένος στα ρωσικά - элегантный, ловкий, хитрый, острый, коварный, щегольской, хитростный, ...
  • εκλογές στα ρωσικά - избрание, выборы, агитпункт, выборов, выборах, выборы в
  • εκλογικός στα ρωσικά - перевыборный, выборный, избирательный, предвыборный, выборы, выборов, избрание, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκλιπαρώ στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: умалчивать, молить, умолять, упрашивать, заклинать, умолить, упросить, жаждать, жаждут, жаждете, жаждет, жажду