Уничижение στα ελληνικά
Μετάφραση: уничижение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξευτελισμός, ταπεινοφροσύνη, διασυρμός, ταπείνωση, ξεπεσμός, υποβιβασμός, υποβίβαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вне στα ελληνικά - έξω, από, τις, καθορίζονται, ορίζονται
- герцогство στα ελληνικά - δουκάτο, Δουκάτου, το δουκάτο
- дублирование στα ελληνικά - επικάλυψη, επικαλύψεων, αλληλεπικάλυψη, αλληλοεπικάλυψη, η επικάλυψη
- душно στα ελληνικά - είναι, ότι είναι, αυτό είναι, πρόκειται για, ότι βρίσκεται
Τυχαίες λέξεις
Уничижение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξευτελισμός, ταπεινοφροσύνη, διασυρμός, ταπείνωση, ξεπεσμός, υποβιβασμός, υποβίβαση
Μεταφράσεις: εξευτελισμός, ταπεινοφροσύνη, διασυρμός, ταπείνωση, ξεπεσμός, υποβιβασμός, υποβίβαση