Употребиться στα ελληνικά
Μετάφραση: употребиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρίσκομαι, διανύω, είμαι, ράφι, Διάρκεια, ραφιού, στο ράφι, Χρόνος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блокирование στα ελληνικά - κλείδωμα, αποκλεισμού, μπλοκάροντας, μπλοκάρισμα, εμποδίζοντας
- видеомагнитофон στα ελληνικά - βίντεο, εγγραφέας βίντεο, εγγραφέας εικόνας, συσκευή εγγραφής βίντεο, εγγραφής βίντεο
- девонский στα ελληνικά - Devonian, Δεβόνιας περιόδου, της Δεβόνιας περιόδου, Δεβόνιας, Δεβόνια
- досаждать στα ελληνικά - ενοχλώ, ερεθίζω, πικάρω, τσαντίζω, πειράζω, νΕΧ
Τυχαίες λέξεις
Употребиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρίσκομαι, διανύω, είμαι, ράφι, Διάρκεια, ραφιού, στο ράφι, Χρόνος
Μεταφράσεις: βρίσκομαι, διανύω, είμαι, ράφι, Διάρκεια, ραφιού, στο ράφι, Χρόνος