Упустить στα ελληνικά
Μετάφραση: упустить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσποινίς, σταγόνα, μειώνομαι, αφήνω, ενοικιάζομαι, χάνω, ρανίδα, αστοχώ, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, Δεσποινίς, χάσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аутопсия στα ελληνικά - νεκροψία, αυτοψία, αυτοψίας, την αυτοψία, νεκροψίας
- вымазать στα ελληνικά - καλύπτω, κηλίδα, μουτζούρα, επίχρισμα, Παπανικολάου, επιχρίσματος
- глициний στα ελληνικά - βηρύλλιο, γλυκίνιο
- дискурсивный στα ελληνικά - ασυνάρτητος, παρεκβατικός, παρεκβατική, παρεκβατικό, λόγου
Τυχαίες λέξεις
Упустить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσποινίς, σταγόνα, μειώνομαι, αφήνω, ενοικιάζομαι, χάνω, ρανίδα, αστοχώ, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, Δεσποινίς, χάσετε
Μεταφράσεις: δεσποινίς, σταγόνα, μειώνομαι, αφήνω, ενοικιάζομαι, χάνω, ρανίδα, αστοχώ, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, Δεσποινίς, χάσετε