Уравнитель στα ελληνικά
Μετάφραση: уравнитель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυθμιστής, ισοπεδωτής, leveler, επιπεδωτή, χωροβάτης, Ισοπεδωτήρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- грешный στα ελληνικά - αμαρτωλός, αμαρτωλή, αμαρτωλό, αμαρτωλοί, αμαρτωλά
- двуколка στα ελληνικά - κουβαλώ, χειράμαξα, αραμπάς, σβούρα, συναυλία, gig, την παράσταση στον, ...
- желвак στα ελληνικά - όγκος, μικρός κόμβος, οζίδιο, οζιδίου, όζος, οζιδίων
- жжение στα ελληνικά - καύση, καύσης, κάψιμο, την καύση, καψίματος
Τυχαίες λέξεις
Уравнитель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυθμιστής, ισοπεδωτής, leveler, επιπεδωτή, χωροβάτης, Ισοπεδωτήρες
Μεταφράσεις: ρυθμιστής, ισοπεδωτής, leveler, επιπεδωτή, χωροβάτης, Ισοπεδωτήρες