Урезать στα ελληνικά

Μετάφραση: урезать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μικραίνω, κόβω, κόψιμο, κονταίνω, κοπή, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής
Урезать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воронение στα ελληνικά - λουλάκι, λουλακιάσματος, μελανώσεις, ινδικό, κυανούν
  • выжидание στα ελληνικά - καιροσκοπική, μία καιροσκοπική
  • двухсторонний στα ελληνικά - διμερής, διπλής όψης, διπλής όψεως, δύο όψεων, διπλής, διπλής πλευράς
  • диатонический στα ελληνικά - διατονική, diatonic, διατονικών, διατονικό, διατονικής
Τυχαίες λέξεις
Урезать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μικραίνω, κόβω, κόψιμο, κονταίνω, κοπή, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής