Услаждать στα ελληνικά
Μετάφραση: услаждать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαλακώνω, μαγεύω, θέλγω, ηδονή, ευφροσύνη, γοητεύω, χαρά, εντρυφώ, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аппретирование στα ελληνικά - δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
- благовоспитанный στα ελληνικά - ευγενικός, εκλεπτυσμένη, ξεπεσμένου, ευγενής, ευγενή
- варикозный στα ελληνικά - εξωγκόμενος, κιρσώδης, κιρσώδεις, κιρσωδών, κιρσούς
- всезнающий στα ελληνικά - παντογνόστης, παντογνώστρια, παντογνώστης, παντογνώστες, παντογνώστη
Τυχαίες λέξεις
Услаждать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαλακώνω, μαγεύω, θέλγω, ηδονή, ευφροσύνη, γοητεύω, χαρά, εντρυφώ, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση
Μεταφράσεις: μαλακώνω, μαγεύω, θέλγω, ηδονή, ευφροσύνη, γοητεύω, χαρά, εντρυφώ, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση