Усовершенствованный στα ελληνικά
Μετάφραση: усовершенствованный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буржуазия στα ελληνικά - αστική τάξη, αστικής τάξης, μπουρζουαζία, μπουρζουαζίας, τάξη
- возносить στα ελληνικά - σηκώνω, βελτιώνω, ανυψώνω, υψώνω, ανατρέφω, πισινός, προσφορά, ...
- драконовский στα ελληνικά - δρακόντειος, δρακόντεια, Draconian, Δρακόντειες, δρακόντιες
- жуть στα ελληνικά - φρίκη, τρόμος, παραδοξότητα, ηρινές, παραδοξότης, eeriness
Τυχαίες λέξεις
Усовершенствованный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν
Μεταφράσεις: εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν