Устный στα ελληνικά
Μετάφραση: устный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φραστικός, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адепт στα ελληνικά - μαθητής, οπαδός, ακολούθου, ακόλουθος, ολισθητήρα, που ακολουθεί
- выкидыш στα ελληνικά - έκτρωση, αποβάλλω, ματαιώνω, άμβλωση, αποτυχία, αποβολή, αποβολής, ...
- доброта στα ελληνικά - καλοσύνη, ευγένεια, καλοσύνης, την καλοσύνη, την ευγένεια
- дурачиться στα ελληνικά - βλάκας, κοροϊδεύω, χαζός, κάπαρη, παίζω, ανόητος γύρω, παίξουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Устный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φραστικός, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική
Μεταφράσεις: φραστικός, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική