Утверждать στα ελληνικά

Μετάφραση: утверждать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παστώνω, διαφωνώ, κύρωση, κατηγορώ, καπνίζω, επιβεβαιώνω, κοσμικός, διορίζω, στενά, αλατίζω, διεκδίκηση, διεκδικώ, πιστοποιώ, επιμένω, επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, αξίωσης
Утверждать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адвокат στα ελληνικά - συμβουλεύω, υποστηρικτής, συνήγορος, συνηγορώ, δικηγόρος, σύμβουλος, καμαρίλα, ...
  • ватрушка στα ελληνικά - τσεισκέικ, cheesecake, το cheesecake, τσιζκέικ, τσηζ κέικ
  • голубчик στα ελληνικά - περιστέρι, ζάχαρη, η αγάπη μου, αγάπη μου
  • долгота στα ελληνικά - μήκος, απόγειο, γεωγραφικό μήκος, γεωγραφικού μήκους, μήκους, γεωγραφικού
Τυχαίες λέξεις
Утверждать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παστώνω, διαφωνώ, κύρωση, κατηγορώ, καπνίζω, επιβεβαιώνω, κοσμικός, διορίζω, στενά, αλατίζω, διεκδίκηση, διεκδικώ, πιστοποιώ, επιμένω, επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, αξίωσης