Ухудшать στα ελληνικά

Μετάφραση: ухудшать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβλάπτω, χειροτερεύω, τονίζω, επιδεινώνω, επιδεινώσει, επιδεινωθεί, επιδεινωθούν, επιδεινώσουν, να επιδεινώσει
Ухудшать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бубенцы στα ελληνικά - καμπάνες, κουδούνια, κουδουνιών, κουδουνάκια, τα κουδούνια
  • впопыхах στα ελληνικά - άρον άρον, σε μια βιασύνη, σε μια βιασύνη για, στα γρήγορα, βιαστικά
  • двухвалентный στα ελληνικά - δισθενής, δισθενή, δισθενές, δισθενούς, δισθενών
  • жертвовательница στα ελληνικά - ευεργέτιδα, ευεργέτιδας
Τυχαίες λέξεις
Ухудшать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβλάπτω, χειροτερεύω, τονίζω, επιδεινώνω, επιδεινώσει, επιδεινωθεί, επιδεινωθούν, επιδεινώσουν, να επιδεινώσει