Участие στα ελληνικά

Μετάφραση: участие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, ανησυχία, τόκος, μοιράζω, μοιράζομαι, ενδιαφέρον, επιτόκιο, συνεργασία, μερίδιο, αρραβώνες, κλήρος, προβληματισμός, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Участие στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бригантина στα ελληνικά - είδος ιστιοφόρου, Brigantine
  • ватный στα ελληνικά - βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά
  • двигающий στα ελληνικά - ωστική, ωθητική
  • достоверный στα ελληνικά - αυθεντικός, φερέγγυος, συνεπής, θετικός, αξιόπιστος, γνήσιος, εχέγγυος, ...
Τυχαίες λέξεις
Участие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, ανησυχία, τόκος, μοιράζω, μοιράζομαι, ενδιαφέρον, επιτόκιο, συνεργασία, μερίδιο, αρραβώνες, κλήρος, προβληματισμός, συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής