Филонить στα ελληνικά
Μετάφραση: филонить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνεργος, αργόσχολος, φρατζόλα, τεμπέλης, αδρανής, Philo, Φίλωνα, ο Φίλων, Φίλωνος, το Φίλωνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспредельный στα ελληνικά - απεριόριστος, άπειρος, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστες, απεριόριστα
- благодетель στα ελληνικά - ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
- включить στα ελληνικά - αλλαγή, περιλαμβάνω, εμπλέκω, εμπλέκομαι, μπλέκω, αλλάζω, διακόπτης, ...
- дружелюбность στα ελληνικά - φιλία, ερασμιότητα, amiability, φιλοφρονήσεις, φιλοφροσύνη
Τυχαίες λέξεις
Филонить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνεργος, αργόσχολος, φρατζόλα, τεμπέλης, αδρανής, Philo, Φίλωνα, ο Φίλων, Φίλωνος, το Φίλωνα
Μεταφράσεις: άνεργος, αργόσχολος, φρατζόλα, τεμπέλης, αδρανής, Philo, Φίλωνα, ο Φίλων, Φίλωνος, το Φίλωνα